Σελίδες

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

Σύγχρονοι Συγγραφείς της Θεσσαλονίκης (και όχι μόνο) #1

Πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου στο βιβλιοπωλείο της Αγιορειτικής Εστίας, η πρώτη συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης της Αγιορειτικής Εστίας για την νέα βιβλιοαναγνωστική χρονιά.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης τα παρευρισκόμενα μέλη ξεναγήθηκαν στην Έκθεση με τίτλο «Άγιον Όρος: Κατ’ εικόνα του φωτογραφικού βλέμματος» που λειτουργεί στους εκθεσιακούς χώρους της Αγιορειτικής Εστίας και παρουσιάζει το φωτογραφικό έργο των τεσσάρων ξένων φωτογράφων: Valery Bliznyuk (Ρωσία), Zbigniew Kosc (Πολωνία), Zoran Purger (Σερβία) και Ali Borovali (Τουρκία).
Ακολούθως τα μέλη συζήτησαν για το βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου με τίτλο «Άγιοι και Δαίμονες». Η κουβέντα περιστράφηκε γύρω από το χορταστικό βιβλίο, τις προσωπικές αγωνίες, τις θυσίες και τα άπιαστα όνειρα του κεντρικού ήρωα, τους πολυσύνθετους ήρωες του έργου, τα λαογραφικά, εθνολογικά και κοινωνικά στοιχεία που περιέχει και κατά πόσο ετούτα βοήθησαν τον αναγνώστη να καταλάβει καλύτερα την περίοδο στην οποία αναφέρεται (1808-1831). Παρά τις όποιες συμφωνίες και διαφωνίες, το γενικό συμπέρασμα ήταν ότι πρόκειται για ένα βιβλίο που σε γεμίζει με το πλούσιο υλικό του και τις όμορφες περιγραφές του.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ορίστηκε και η θεματική ενότητα της φετινής χρονιάς, η οποία είναι η εξής: «Σύγχρονοι Λογοτέχνες της Θεσσαλονίκης» (και της ευρύτερης περιοχής). Μετά από ψηφοφορία, το πρώτο βιβλίο που επιλέχθηκε, είναι το έργο του Γιώργου Σκαμπαρδώνη με τίτλο: «Ουζερί Τσιτσάνης».
Η επόμενη συνάντηση ορίστηκε για την Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015, στο βιβλιοπωλείο της Αγιορειτικής Εστίας, στις 19:00. Στην συνάντηση θα παρευρεθεί και ο συγγραφέας για να συζητήσει με τα μέλη της Λέσχης για το εν λόγω βιβλίο καθώς και για το σύνολο του έργου του.
Τέλος, μετά από πρόταση του συντονιστή της Λέσχης, τα Μέλη της Λέσχης θα επισκεφθούν την Έκθεση ντοκουμέντων για τον Μανώλη Αναγνωστάκη στο χώρο των περιοδικών Εκθέσεων του Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Η επίσκεψη ορίστηκε για την Πέμπτη 26 Νοεμβρίου και η ξενάγηση θα γίνει από τον Μίλτο Πολυβίου.

Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Γεννήθηκα το 1953 στη Θεσσαλονίκη. Μεγάλωσα μεταξύ Χαριλάου και Βούλγαρη, δίπλα στη γειτονιά όπου μεγάλωσε και η Ζωή Σαμαρά, γυναίκα του Τσιτσάνη, κι όπου για ένα διάστημα έζησε κι ο συνθέτης. Περπατώ ακόμα στα ίδια χώματα. Μια συννεφιασμένη Κυριακή του 1993 μου γίνεται έμμονη ιδέα να μπω, για λίγες σελίδες, στην ψυχή του κουνιάδου του Βασίλη Τσιτσάνη, Αντρέα Σαμαρά, με τον οποίο ο συνθέτης ανοίγει το 1942 ένα ουζερί, στην οδό Παύλου Μελά 22, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης - δεν ζούσα τότε για να είμαι στην παρέα τους: μέρες γερμανικής κατοχής, αντίστασης, εμφυλίου, εξόντωσης των Εβραίων, πείνας και μέσα σ' όλα αυτά ο Τσιτσάνης να γράφει τα καλύτερα τραγούδια του. 
Το Ουζερί Τσιτσάνης δουλεύει ακριβώς στη δίνη της καταιγίδας, κόντρα και ταυτόχρονα έξω απ' αυτήν, και συνεχίζει, μετά τη φυγή του συνθέτη στην Αθήνα το '46, να ζει θρυλικά μέσα στο μυαλό μου, σε διάφορες παραλλαγές. Η ιστορία, επομένως, που ακολουθεί είναι τόσο πραγματική και τόσο φανταστική όσο κι ο τεκές του Σιδέρη και τα περιγιάλια της Παραγουάης του Τσιτσάνη - της δικής του Παραγουάης... (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

ΝΕΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΧΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι
Την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου, στις 19:00 στο κτίριο της Αγιορειτικής Εστίας θα πραγματοποιηθεί η επόμενη συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης.
Η συνάντηση μας θα ξεκινήσει με την ξενάγηση στην έκθεση φωτογραφίας με τίτλο "Άγιον Όρος: Κατ' εικόνα του φωτογραφικού βλέμματος", η οποία εγκαινιάστηκε στους εκθεσιακούς χώρους της Αγιορειτικής Εστίας τον προηγούμενο μήνα.

Ακολούθως θα σχολιάσουμε το βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου με τίτλο "Άγιοι και Δαίμονες. Εις ταν Πόλιν" το οποίο είχαμε θέσει ως βιβλίο προς σχολιασμό, κατά την τελευταία μας συνάντηση, αυτή του καλοκαιριού. 
Επίσης, κατά την συνάντηση μας θα αποφασίσουμε (πάντα με δημοκρατικές διαδικασίες) την θεματική ενότητα της νέας χρονιάς. Οι υποψήφιες θεματικές ενότητες είναι οι εξής:
1. Διαβάζοντας την Πόλη (συνέχεια της περσινής ενότητας).
2. Εδώ είναι Βαλκάνια (βιβλία και συγγραφείς που προέρχονται από τις γειτονικές Βαλκανικές χώρες).
3. Σύγχρονοι Θεσσαλονικείς λογοτέχνες (ανάγνωση σύγχρονων Θεσσαλονικέων λογοτεχνών, πολλούς από τους οποίους θα έχουμε τη δυνατότητα καλούμε και στις συναντήσεις μας). 

Όπως καταλαβαίνετε, και οι τρεις ενότητες έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, και η νέα χρονιά θα είναι το ίδιο απολαυστική όπως και οι προηγούμενες.
Σας περιμένουμε λοιπόν όλους για μια όμορφη βραδιά γεμάτη βιβλία και με πολλά και καλά νέα.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Φέτος διαβάζουμε την Πόλη #6

Πραγματοποιήθηκε χθες 25 Ιουνίου 2015 η τελευταία, πριν την καλοκαιρινή ανάπαυλα, συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης της Αγιορειτικής Εστίας. Τα μέλη της Λέσχης είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την όμορφη αυλή της Αγιορειτικής Εστίας και να συζητήσουμε για το βιβλίο του Andrew Novo με τίτλο “Όταν έπεσε η Πόλη”. Τα περισσότερα μέλη συμφώνησαν στο γεγονός ότι το βιβλίο του Αμερικανού καθηγητή ήταν αρκετά ενδιαφέρον, αλλά ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των περισσότερων. 
Οι ήρωες του βιβλίου είχαν δουλευτεί άνισα από τον συγγραφέα ενώ οι περισσότερες σκηνές του, σε παρέπεμπαν σε σκηνές κινηματογραφικής ταινίας αφήνοντας απ' έξω το όποιο λογοτεχνικό ύφος του. Τα ιστορικά στοιχεία ωστόσο που παρουσιάζονταν μέσα στο βιβλίο, μαρτυρούν την επιμελή δουλειά του συγγραφέα και την προσπάθεια του να ακολουθήσει παλαιότερα χρονικά που αναφέρονται στην άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Ως είθισται η κουβέντα επεκτάθηκε και σε άλλα αναγνώσματα και η λίστα των βιβλίων που έχουν γραφτεί για την Πόλη μεγάλωσε ακόμα περισσότερο.
Ακολούθως ορίστηκε το νέο βιβλίο προς ανάγνωση. Πρόκειται για το έργο του Γιάννη Καλπούζου με τίτλο “Άγιοι και δαίμονες εις ταν Πόλιν”. Η επόμενη συνάντηση των μελών της Λέσχης ορίστηκε για τον μήνα Σεπτέμβριο (η ακριβής ημερομηνία θα ανακοινωθεί αργότερα) και μέχρι τότε όλα τα μέλη της Λέσχης αντάλλαξαν ευχές για καλό καλοκαίρι και καλές αναγνώσεις. 
 

Άγιοι και δαίμονες εις ταν Πόλιν 
Καλπούζος, Γιάννης
Μεταίχμιο
Σελίδες: 748

Μυθοπλασία και πραγματικότητα συνυφαίνονται στο υφαντό της Πόλης από το 1808 ως το 1831. Καθημερινή ζωή, έρωτες, δυνατές φιλίες, πλούτη, φτώχεια, οραματιστές, συμμορίες των δρόμων, χασικλήδες, δερβίσηδες, γενίτσαροι· αρνησίθρησκοι, κρυπτοχριστιανοί, δεισιδαιμονίες, ερωτικά ξόρκια, χαμένα όνειρα, οι γυναίκες στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού· πυρκαγιές, παζάρια, βεγγέρες, καπηλειά των 1000 τ.μ., η τρομερή φυλακή του Μπάνιον, το μπουντρούμι και η αστυνομία του Πατριαρχείου· κοινά σχολεία, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, ερωμένες Πατριαρχών, λεσβίες, αρώματα, λάσπες, βασανιστήρια, πανούκλα· προεπαναστατική περίοδος, Φαναριώτες, συνωμοσίες, μυστικές εταιρείες, προδότες, μισαλλοδοξία, οι σφαγές στην Πόλη το 1821· Ρωμιοί, Οθωμανοί, Αρμένιοι, Φράγκοι, Εβραίοι. Κι ακόμα Πόντος, Χίος, Δραγατσάνι, Μανιάκι, Αλεξάνδρεια. Πόθος, φόβος, όχλος, άγιοι και δαίμονες. Ένα επικό μυθιστόρημα που καθηλώνει τον αναγνώστη με την περιπετειώδη ζωή των ηρώων του, την ατμόσφαιρά του, τη χειμαρρώδη γλώσσα του, το συναίσθημα, τον στοχασμό, τις αστείες καταστάσεις και την ολοζώντανη αναπαράσταση της εποχής εκείνης.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2015

Από το παράθυρο του λεωφορείου

του Βασίλι Γκρόσσμαν

Το λεωφορείο έφτασε μετά το πρόγευμα στην είσοδο του οίκου αναψυχής της Ακαδημίας Επιστημών.
Από το τουριστικό πρακτορείο είχαν διαθέσει τον καλύτερο τους υπάλληλο έναν καλλιεργημένο και έξυπνο άνθρωπο για την εξυπηρέτηση των επιστημόνων.
Πόσο ευχάριστη είναι εκείνη η στιγμή ακινησίας λίγο πριν την αναχώρηση – οι άνθρωποι κάθισαν όπου βρήκαν ο καθένας, σώπασαν, κοίταξαν τους σκονισμένους φοίνικες στην είσοδο της τραπεζαρίας, στους τοπικούς δανδήδες με τα μαύρα κοστούμια, το ρολόι της πόλης που έδειχνε διαρκώς τον απόλυτο χρόνο.
- Τέσσερις και έξι λεπτά.
Ο οδηγός έριξε μια ματιά, για να διαπιστώσει αν όλοι είχαν καθίσει στις θέσεις τους. Τα μελαψά του χέρια ακουμπούσαν στο τιμόνι.
Ξεκίνησαν…
Να, λοιπόν, ο κόσμος φάνηκε στα μάτια των ανθρώπων: δεξιά τους ήταν η έρημη θάλασσα, όχι εκείνη που άφησαν πίσω τους, τη θάλασσα των κολυμβητών και των σκαφών αναψυχής, αλλά η θάλασσα δίχως ακρογιαλιά, η θάλασσα της συμφοράς και του πολέμου, η θάλασσα των ψαράδων, των ναύκληρων και των ναυάρχων.
Από αριστερά τους, ανάμεσα στους φοίνικες, τις μπανανιές, ανάμεσα στις μουσμουλιές, τις μανόλιες, σπιτάκια περιτριγυρισμένα από κληματαριές, πέτρινοι φράχτες, περιβόλια και άξαφνα ερημικοί λόφοι, θάμνοι, καλυμμένοι με τους κόκκινους καρπούς της αγριοτριανταφυλλιάς, άγριος λυκίσκος με το γαλάζιο, θολό τους φτέρωμα, βιβλικά μειλίχια πρόβατα και διάβολοι – κατσίκια πάνω στις κίτρινες αφροασιατικές καθιζήσεις και ξανά κήποι, σπιτάκια, πλατάνια, χουρμαδιές…
Και από δεξιά μόνο η θάλασσα.
Να, το λεωφορείο στρίβει επιδέξια, ο δρόμος πηγαίνει παράλληλα με το ποτάμι, το ποτάμι χύνεται σε μια στενή κοιλάδα, τα βουνά στη στριμώχνουν και από τις δύο πλευρές.
Τι όμορφος που είναι ο δρόμος! Μπορεί, άραγε, να περιγραφεί το μεγάλο άνοιγμα του γήινου ύψους και του γήινου βάθους, αυτή η ένωση: ο γρανίτης που ορμάει προς τα πάνω και το αχνό, πρασινωπό λυκόφως στη χαράδρα, η σιωπή που βασιλεύει και κοντά ο ήχος, ο παφλασμός του ποταμού του βουνού.
Κάθε νέα στροφή του δρόμου αποκαλύπτει μια άλλη, νέα ομορφιά του κόσμου. Το τρυφερό του ήλιου φως ανάλαφρα πέφτει στην γαλαζωπή άσφαλτο, στο ημικυκλικό νερό, που γλιστράει από τους στρογγυλούς βράχους. Κάθε κηλίδα φωτός έχει τη δική της ζωής, με τη δική της ζεστασιά, νόημα, φόρμα.
Μπορεί σταδιακά, μπορεί και άξαφνα όμως, η ψυχή του ανθρώπου πληρώνεται με το φως της, νιώθει τον εαυτό της, βλέπει τον εαυτό της σε αυτόν τον κόσμο με την έρημη θάλασσα, με τους κήπους, με την χαράδρα του βουνού, με τις κηλίδες του φωτός του ήλιου ∙ ο κόσμος αυτός – αυτή και όχι αυτή, – αυτή τον βλέπει, μπορεί και όχι, είναι όμως ήρεμη, σκέπτεται και δε σκέπτεται, βλέπει καθαρά τα βάθη της ζωής και μυωπικά, τυφλά λαγοκοιμάται. Δεν σκέφτεται τίποτα, μα είναι βυθισμένη στο μεγάλο βάθος, πολύ μεγαλύτερο από εκείνο στο οποίο μπορεί να διεισδύσει ένα διαπλανητικό σκάφος.
Εκπληκτική κατάσταση, όμοια με την ευτυχία της σαύρας που λαγοκοιμάται πάνω στην καυτή πέτρα κοντά στη θάλασσα, η οποία με το δέρμα της αναγνωρίζει το αλμυρό κορμί του αγέρα, τη σκιά των σύννεφων. Η σοφία, ίση με την ευτυχία της αραχνούλας, η οποία ξεκουράζεται πάνω στον τεντωμένο ανάμεσα σε δύο χορταράκια ιστό. Η αίσθηση της γνώσης του θαύματος της ζωής από εκείνους που σέρνονται και πετάνε.
Κατά διαστήματα το λεωφορείο σταματούσε και ο Ιβάν Πετρόβιτς, ο ξεναγός, σιγανά, θαρρείς και φοβόταν μήπως ενοχλήσει κάποιον στα βουνά, μιλούσε για τη γεωλογική ιστορία της γης της Αμπχαζίας, για τις πρώτες αρχαίες κατοικίες των ανθρώπων.
Οι εκδρομείς ρωτούσαν τον Ιβάν Πετρόβιτς για πλήθος πραγμάτων – εκείνος απαντούσε και έλεγε και για τις συνήθειες της ορεσίβιας πέστροφας και για τους ναούς του έκτου αιώνα και για το σχέδιο του ορεινού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής και για τους παρτιζάνους του Εμφυλίου πολέμου, για τη χλωρίδα του αλπικού υψόμετρου, για τη μελισσοκομία και για την κτηνοτροφία.
Ο Ιβάν Πετρόβιτς ανησυχούσε για κάποιο λόγο ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, ο οποίος κατά τη διάρκεια των στάσεων, στεκόταν μακριά από τους υπόλοιπους και δεν άκουγε την ξενάγηση. Ο Ιβάν Πετρόβιτς πρόσεξε πως όλοι οι συνταξιδιώτες συχνά πυκνά λοξοκοιτούσαν αυτόν τον ηλικιωμένο, τσαπατσούλη άνθρωπο.
Ο ξεναγός ρώτησε:
- Ποιος είναι αυτός ο  θείος;
Ψιθυριστά του είπαν το διάσημο όνομα. Ο Ιβάν Πετρόβιτς ένιωσε χαρούμενος – ο ερευνητής των περίπλοκων προβλημάτων της θεωρητικής φυσικής, ο δημιουργός μιας νέας οπτικής γωνίας για την καταγωγή του σύμπαντος συμμετέχει στην ομάδα που ξεναγεί. Την ίδια στιγμή όμως θύμωνε γιατί ο διάσημος επιστήμονας, σε ένα άρθρο τον είχαν αποκαλέσει μεγάλο στοχαστή, δεν έκανε ερωτήσεις στον Ιβάν Πετρόβιτς και, θα νόμιζε κανείς πως δεν άκουγε καν τι έλεγε.
Όταν οι εκδρομείς επέστρεψαν στο παραθεριστικό χωριουδάκι, μια επιστημόνισσα είπε:
- Πολύ πετυχημένη η εκδρομή και αυτό οφείλεται εν πολλοίς στον εξαιρετικό ξεναγό μας.
Όλοι την υποστήριξαν.
- Θα πρέπει να γράψουμε μια ευχαριστήρια επιστολή και θα την υπογράψουμε όλοι – πρότεινε κάποιος.
Λίγες ημέρες αργότερα ο Ιβάν Πετρόβιτς συναντήθηκε τυχαία στο δρόμο με το διάσημο επιστήμονα. «Δεν θα με αναγνωρίσει, μάλλον», – σκέφτηκε ο Ιβάν Πετρόβιτς.
Ο επιστήμονας όμως πλησίασε τον Ιβάν Πετρόβιτς και του είπε:
- Σας ευχαριστώ  από τα βάθη της καρδιάς μου.
- Για ποιο πράγμα; – ρώτησε έκπληκτος ο Ιβάν Πετρόβιτς. – Δεν μου κάνατε καμία ερώτηση και μάλιστα δεν ακούγατε καν την αφήγησή μου.
- Ναι, ναι, όχι, όχι, μα τι λέτε, – είπε ο επιστήμονας. – Με βοηθήσατε να βρω την απάντηση σε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα. Βλέπετε και εγώ ξεναγός είμαι σε εκείνο το λεωφορείο, – κι έδειξε στον ουρανό και τη γη, – και ήμουν ιδιαίτερα ευτυχής σε αυτή την εκδρομή, όπως δεν ήμουν ποτέ στη ζωή μου. Δεν άκουσα την αφήγησή. Εμείς, οι ξεναγοί, δεν είμαστε απαραίτητοι. Νόμισα μάλιστα πως ενοχλούμε.

1960 – 1961

Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης (C)

Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/apo-to-parathiro-tou-leoforiou/

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Ο Ντοστογιέβσκη του Άρη Αλεξάνδρου

Από τον Κωστή Παπαγιώργη 
Ξαναδιαβάζουμε το λαμπρό κείμενο ενός συνεργάτη που μας λείπει πολύ 

Η μοίρα όσων μεταφράζουν αριστουργήματα μπορεί να μην έχει το κύρος και τη μαγεία των ίδιων των έργων, πλην όμως της ανήκει μια φωτεινότατη ακτίνα δέους και αφοσίωσης. Στα καθ’ ημάς το όνομα του Ντοστογιέβσκη παραμένει αδιαχώριστο από το όνομα του μεταφραστή του Άρη Αλέξάνδρου, ο οποίος γύρισε στην ελληνική τα περισσότερα έργα του Ρώσου μυθιστοριογράφου και τώρα -χάρη σ’ ένα χειρόγραφο που βρέθηκε στα χαρτιά του και παραδόθηκε από τη σύζυγό του Καίτη Δρόσου στον Κώστα Γκοβόστη- μας ανακοινώνει, τρόπον τινά, την άποψή του για το μεγάλο έργο του Ρώσου.   
Ο Αλεξάνδρου γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1922 στην Πετρούπολη. Ο πατέρας του Βασίλης Βασιλειάδης (ή Ιβάνονιτς) ήταν Έλλην Πόντιος που κατέφυγε στη Ρωσία για να γλιτώσει από την επιστράτευσή του στον οθωμανικό στρατό. Μιλούσε ρώσικα, γαλλικά και αγγλικά και ψωμιζόταν εργαζόμενος σε κάποια γαλλική τράπεζα. Μετά την Επανάσταση οι τράπεζες κρατικοποιήθηκαν, αλλά ο Βασιλειάδης δεν υπάκουσε στο νέο καθεστώς. Ο εμφύλιος είχε ήδη αρχίσει, οπότε μαζί με την εσθονικής καταγωγής σύζυγό του Πωλίνα Άντοβνα Βίλγκεμσον μετακόμισαν στη Μόσχα. Εκεί έζησαν ως το 1928, οπότε ο Βασιλειάδης αποφάσισε να κατέλθει στην Ελλάδα, παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της γυναίκας του.
Όσο για τον Άρη, αρχίζει η περιπέτειά του με τα γράμματα, τη συγγραφή, τη μύηση στην Αριστερά, τη σύγκρουσή του και την παραίτησή του από το ΚΚΕ, την εξορία του στη Μακρόνησο, τη δήλωσή του και την ανάκλησή της, που του κόστισε επιπλέον δύο χρόνια εξορίας. Το ’59 παντρεύεται τη γυναίκα της ζωής του Καίτη Δρόσου και το 1967 διέφεύγει στο Παρίσι για ν’ αποφύγει τη σύλληψη. Εκεί έκανε ακόμη και τον χαμάλη για να επιβιώσει και βέβαια ολοκλήρωσε το Κιβώτιο (1975), το οποίο είχε αρχίσει να γράφει το 1966. Ο Άρης πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 2 Ιουλίου του 1978 και  ετάφη στο παρισινό νεκροταφείο Thiais. 
Ενδεικτικά θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η αλλαγή του ονόματος (από Βασιλειάδης σε Αλεξάνδρου) οφείλεται στο απλό γεγονός ότι στον Γκοβόστη εργαζόταν κι άλλος Βασιλειάδης. 
Η παρατήρηση του Αλεξάνδρου για την απουσία ύφους του Ντοστογιέβσκη δεν μπορεί να σχολιαστεί από όσους δεν κατέχουν τη ρωσική γλώσσα. Αξίζει, ωστόσο, ως σκέψη. Ο μεταφραστής είχε μπροστά του ένα κείμενο άνευ ροής, άνευ οιασδήποτε λογοτεχνικής φροντίδας, ενώ από την άλλη κυριαρχούσε η εμφατικότητα, η υπερβολή και ο ζυγιασμένος συσχετισμός ανάμεσα στα γεγονότα και στη βαρύτητα των λέξεων. Εξ αυτού του λόγου παρακινημένος ο Άρης «είχε συνεχώς την τάση να επεμβαίνει στο κείμενο». Ο λόγος; Ένιωθε ότι αν άφηνε το κείμενο ως είχε, υπήρχε φόβος να του προσάψουν ότι είναι αδέξιος μεταφραστής. Βέβαια, η σκέψη ότι ο Ντοστογιέβσκη έγραφε συχνά στο πόδι για τα προς το ζην (τον Παίκτη λέγεται ότι τον έγραψε σε χρόνο μηδέν) ήταν μια εξήγηση, αλλά δεν κάλυπτε την ουσία αυτού του απλησίαστου έργου. Αντίθετα, όταν θα διαγνώσει τη θεατρικότητα των μυθιστορημάτων, είναι προφανές ότι βρίσκεται πολύ κοντά στην αλήθεια:   
«Μεταφράζοντας, είχα την αίσθηση πως έπρεπε ν’ αποδώσω θεατρικό έργο και όχι μυθιστόρημα. Οι ήρωες βρίσκονταν πάντα (ή σχεδόν) υπό το κράτος της οργής, της απελπισίας, της απόγνωσης, της μέθης, του ερωτικού παροξυσμού, σπανίως της χαράς, με δύο λόγια υπό το κράτος έντονης συναισθηματικής φορτίσεως που τους έσπρωχνε ν’ ανοίξουν την καρδιά τους και να προβούν σε εξομολογήσεις “αναποδογυρίζοντας την ψυχή τους τα μέσα έξω” συνειδητοποιώντας συνήθως τη γελοιότητά τους, αυτοταπεινούμενοι και αυτοτιμωρούμενοι. Ο λόγος τους ήταν θεατρικός ακόμα και με τη στενότερη έννοια της λέξης, με την έννοια δηλαδή ότι ένας έμπειρος ηθοποιός θα μπορούσε κάλλιστα να παίξει τον αντίστοιχο ρόλο, χωρίς να χρειάζεται σκηνοθετικές υποδείξεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, υπάρχουν ακόμα και οι υποδείξεις που λέμε, όπως λόγου χάρη στην περίπτωση του Μαρμελάντοβ που αφηγείται στον Ρασκόλνικοβ τα βάσανά του: “Έδωσε μια με τη γροθιά του στο μέτωπο, έσφιξε γερά τα δόντια, έκλεισε τα μάτια κι ακούμπησε βαριά με τον αγκώνα στο τραπέζι”».   
Τι αποδεικνύουν όλα αυτά; Απλούστατα ότι ο Ντοστογιέβσκη είχε διαβάσει με πάθος τον Χόφμαν, όπου οι σκοτεινές καταστάσεις (διάβαζε Ο διπλός άνθρωπος) ήταν τυπικά μοτίβα, είχε εντρυφήσει στο ρομαντικό μυθιστόρημα [όπου πάντα ρίχνεται ένα χαστούκι (διάβαζε Δαιμονισμένοι και χαστουκομπουνιά του Σάτοφ σε βάρος του Σταυρόγκιν), όπως άλλωστε είχε διαβάσει με πάθος τον Γκόγκολ (ο Ντέβουσκιν είναι αντιγραμμένος Γκόγκολ)]. Δικαιολογημένα οι «εχθροί» του Ντοστογιέβσκη έλεγαν, όταν κυκλοφόρησε ο Φτωχόκοσμος: Πώς άφησαν να εκδοθεί ένα έργο που είναι προϊόν λογοκλοπής; Ωστόσο, κανείς από τους κατηγόρους του, ούτε ο μέγας Μπελίνσκι, δεν υποψιάστηκαν ότι αυτός ο ταραγμένος νέος θα έφτανε τόσο μακριά ώστε ν’ αναδειχτεί σε πνευματικό πυλώνα της χώρας του. Ο Ντοστογιέβσκη έγραφε στον αδελφό του: «Διάβασα όλο τον Χόφμαν στα ρωσικά κι όσα δεν βρήκα σε μεταφράσεις στα γερμανικά (;)... Έχω ένα σχέδιο: να γίνω τρελός...».  
Με ορθό πνεύμα ο Αλεξάνδρου αναδιφά την καταγωγή των Ντοστογιέβσκη. Προέρχονταν από παμπάλαια λιθουανική οικογένεια, που το όνομά της αναφέρεται από τον 16ο αιώνα σε έγγραφα της νοτιοδυτικής Ρωσίας. Σε αναφορά του 1506 το όνομα καταγράφεται στα λιθουανικά αρχεία, όπου το χωριό Ντοστόγιεβο παραχωρείται σε κάποιον Ντανίλ Ιρτύς με καταγωγή ταταρική κι από την ονομασία του χωριού οι υποταχτικοί δανείστηκαν την επωνυμία τους. Στα τέλη του 16ου αιώνα κάποια Μαρία Στεφάνοβνα Ντοστογιέβσκαγια κατηγορήθηκε για τον φόνο του άντρα της Στάνισλαβ Κάρλοβιτς. Το 1634 ένας άλλος Ντοστογιέβσκη κατηγορήθηκε για τον φόνο ενός αξιωματικού, χωρίς να χάσει την εύνοια του του Γιαν Καζιμίρ, βασιλιά της Πολωνίας. Κάποιος Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη υπήρξε πληρεξούσιος και φίλος του πρίγκιπα Κούρμπσκη, που είχε στραφεί κατά του Ιβάν του Τρομερού. Άραγε, όλοι αυτοί οι Ντοστογιέβσκη ήταν Ρώσοι ή Λιθουανοί; Ο ίδιος ο συγγραφέας φρονούσε ότι ήταν Ρώσος με όλες τις σημασίες της λέξης.  
Παρότι σύντομο, το κεφάλαιο που επιγράφεται «Η δολοφονία του πατέρα» παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθότι το διαπερνά κάτι σαν «μαγική φρίκη». Ο πατέρας του ήταν γιατρός, υπερβολικά ευέξαπτος άνθρωπος, προκλητικός και τυραννικός. Απίστευτα τσιγκούνης, αλκοολικός, άτυχος και ανθρωποδιώχτης, εν τέλει είχε την τύχη που του ταίριαζε. Πράγματι, μετά από είκοσι πέντε χρόνια στο νοσοκομείο, εγκαταστάθηκε στο Νταρόγιοβε. Μόλις 46 ετών, απομονώθηκε σ’ ένα σπίτι καταμόναχος, όπου παραμιλούσε φωναχτά με την ψευδαίσθηση ότι συνομιλεί με την μακαρίτισσα σύζυγό του... Επόμενο ήταν η ζωή του να πάρει την κάτω βόλτα. Καθώς τα οινοπνευματώδη αυξάνονταν, έφερε στο σπίτι μια υπηρέτρια από τη Μόσχα, την Κατερίνα, διώχνοντας ταυτόχρονα τις δυο του θυγατέρες. Η ιδιωτική του κόλαση είχε στηθεί, το παράφορο θυμικό του κόχλαζε καθημερινά, οπότε πάνω σε κάποια παραφορά του εναντίον ενός μουζίκου, μια ομάδα χωρικών όρμησε καταπάνω του και τον άφησε σέκο. Συνεπώς, ο γερο-Καραμάζοβ στο ομώνυμο μυθιστόρημα είναι μορφή που δουλεύτηκε χρόνια ολόκληρα στο εργαστήρι του Φιοντόρ.       
Πράγματι, σε όλο το έργο του Ντοστογιέβσκη κυκλοφορεί δημιουργικά το «πρόβλημα του πατέρα». Στις σημειώσεις για τον Έφηβο ο Αλεξάνδρου απομονώνει ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Υπάρχουν παιδιά που από τα μικρά τους χρόνια αρχίζουν να σκέφτονται και να κρίνουν την οικογένειά τους, που από τα τρυφερά τους χρόνια αισθάνονται ως προσωπική τους προσβολή το γεγονός ότι ο πατέρας δεν εμπνέει σεβασμό, ο πατέρας και το περιβάλλον τους, και το κυριότερο, από τα μικρά τους κιόλας χρόνια αρχίζουν να καταλαβαίνουν πόσο αυθαίρετες και τυχαίες είναι οι βάσεις όλης της ζωής τους». Σύμφωνα με τη μαρτυρία της κόρης του Ντοστογιέφσκι, την πρώτη του επιληπτική κρίση ο Φιοντόρ την έπαθε όταν έμαθε τον φόνο του πατέρα του. Διόλου τυχαίο ότι ο Φρόιντ, σε μια μελέτη που έγραψε το 1929, υποστήριξε ότι ο θάνατος του πατρός Ντοστογιέβσκη υπήρξε αποφασιστικό γεγονός που διαμόρφωσε τη ζωή του μυθιστοριογράφου, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα την άποψη ότι η επιληψία του χρονολογείται από το 1839. 
Αναφορικά με το χειρόγραφο του Αλεξάνδρου, ο αναγνώστης δικαιούται να έχει κάποιες επιφυλάξεις σχετικά με τον χρόνο συγγραφής, τη φάση που πέρναγε ο συγγραφέας και την αντιμετώπιση του ντοστογιεβσκικού έργου. Όταν ο Αλεξάνδρου, για παράδειγμα, διερωτάται, «Σε τι συνίσταται ο συγγραφική μεγαλοφυΐα του Ντοστογιέβσκη;», παρασύρεται σε απόψεις τρίτης τάξεως, καθώς συγχέει τα προσωπικά βάσανα του Φιοντόρ με τη συναρπαστική μεταποίησή τους μέσα στα μυθιστορήματα. Λογου χάρη, γιατί ο Μίσκιν -ως Χριστός που εμφανίζεται μέσα στην Πετρούπολη- δεν του γεννάει καμιά απορία; Δεν είδε ότι ο «Ηλίθιος» είναι το πιο αποτυχημένο μυθιστόρημά του (όσον αφορά τον κεντρικό ήρωα) και από τα πιο επιτυχημένα, όσον αφορά τα λοιπά πρόσωπα;  
Η τελική μας εντύπωση για το βιβλίο είναι σαφής. Ο Αλεξάνδρου κρατούσε σημειώσεις με φανερό απώτερο σκοπό να ολοκληρώσει ένα δοκίμιο για τον συγγραφέα, που εργάστηκε πολλά χρόνια διαβάζοντάς τον και μεταφράζοντάς τον. Τελικά, η εργασία απέμεινε στη μέση... 


Πηγή:  http://www.lifo.gr/mag/features/3178

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

ΦΕΤΟΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΗ #5

Την Πέμπτη 21 Μαΐου 2015, πραγματοποιήθηκε η συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης. Η πρώτη του καλοκαιριού. Μαζευτήκαμε στον όμορφο κήπο του κτηρίου Νεδέλκου, ο οποίος φιλοξένησε τις συζητήσεις μας αλλά και την πολύ όμορφη φωτογραφική παρουσίαση που έγινε στο τέλος της συνάντησης. Ο καιρός ήταν δροσερός και οι πρώτες στάλες της ελάχιστης (απ’ ότι αποδείχθηκε εκ των υστέρων) βροχής, μας ανάγκασαν να μετακινηθούμε στο εσωτερικό του βιβλιοπωλείου, όπου και συνεχίσαμε την κουβέντα μας. Μόλις ο καιρός μας το επέτρεψε, επιστρέψαμε στον κήπο, όπου και έκλεισε η βραδιά. 
Είναι πλέον γνωστό ότι η φετινή περίοδος είναι αφιερωμένη στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι επιλέγουμε, διαβάζουμε και σχολιάζουμε βιβλία που είναι αφιερωμένα σε αυτήν. Το βιβλίο λοιπόν που είχε επιλεγεί, ήταν το έργο του Τούρκου Νομπελίστα, Ορχάν Παμούκ με τίτλο «Ινστανμπουλ. Πόλη και αναμνήσεις». Η συζήτηση και ο σχολιασμός του βιβλίου είχαν μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς ο κάθε αναγνώστης εστίασε και σε διαφορετικά κεφάλαια του βιβλίου. 
Οι περιγραφές του Παμούκ για την Κωνσταντινούπολη ήταν γοητευτικές καθώς και η ανάλυση του για την «θλίψη» και την «μελαγχολία» που κυριαρχούν σε αυτήν. Οι περιηγήσεις του για τα στενά της Πόλης, μας μετέφεραν στις δεκαετίες του ‘60 και του ’70, όταν η φτώχεια και η εξαθλίωση  ήταν έκδηλη σε κάθε σπίτι και σε κάθε δρόμο. Οι αυτοβιογραφικές πληροφορίες κυριαρχούν σε ολόκληρο το βιβλίο, μιας και ο Παμούκ συνδυάζει τις πολύτιμες πληροφορίες που παραθέτει για την ιστορία, τους συγγραφείς, τους ζωγράφους, τους περιηγητές, τα μνημεία της Πόλης, με τις δικές του προσωπικές στιγμές, το πώς τις βίωσε ως παιδί και αργότερα ως έφηβος, γεγονός που μας βοηθά να καταλάβουμε τον ψυχισμό και την εμμονή του για την πολυαγαπημένη του πόλη. Στο τέλος του βιβλίου μας φανερώνει και την απόφαση του να γίνει συγγραφέας και όχι ζωγράφος. 

Ακολούθως τα μέλη επέλεξαν το επόμενο βιβλίο προς ανάγνωση. Το βιβλίο που επιλέχθηκε, είναι τα έργο του Andrew Novo με τίτλο «Όταν έπεσε η Πόλη». Περισσότερα στοιχεία για το βιβλίο θα βρείτε στο τέλος του κειμένου. 
Η βραδιά τελείωσε με την εξαιρετική παρουσίαση της Πόλης, μέσα από το φωτογραφικό αρχείο του κ. Χρίστου Τζήκα, ο οποίος μας ταξίδεψε στις γειτονιές της Πόλης, στα μνημεία και στα αξιοθέατα, δίνοντας μας μία πρώτη «φωτογραφική» γεύση για το τι θα δούμε, όταν με το καλό ταξιδέψουμε ως Λέσχη Ανάγνωσης στην Κωνσταντινούπολη. Τον ευχαριστούμε θερμά για την όμορφη παρουσίαση. 

Η επόμενη συνάντηση, ορίστηκε για την Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015 και ώρα 19:00. 

Λίγα λόγια για το βιβλίο: 

Όταν έπεσε η Πόλη 
Novo Andrew 
Εκδόσεις Μεταίχμιο 
Σελίδες: 392

1453: Ένας στρατός ξεκινά από την Αδριανούπολη. Ο Τούρκος Σουλτάνος Μεχμέτ, ένας άνδρας ευφυής και φιλόδοξος, έχει κηρύξει πόλεμο στην Κωνσταντινούπολη, μια πόλη εγκλωβισμένη σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου.
Η μάχη μαίνεται σε ξηρά και θάλασσα με θανάσιμες πολεμικές μηχανές. Αυτή η σύγκρουση θ' αποφασίσει την τύχη δύο πολιτισμών, δύο θρησκειών και της Κωνσταντινούπολης, της Βασίλισσας των Πόλεων.
Η πέτρα, το μετάξι και το ατσάλι του 15ου αιώνα ζωντανεύουν σε ένα επικό δράμα, ο απόηχος του οποίου φτάνει μέχρι τις μέρες μας.
Ο ιστορικός Andrew Novo ζωντανεύει έναν κόσμο γεμάτο αρματωμένους ήρωες και τειχισμένες πόλεις, πανούργες παλλακίδες και δολοπλόκους πολιτικούς, έναν κόσμο όπου συγκρούονται θρησκείες και αυτοκρατορίες.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, ο Άντριου Νόβο έχει διδακτορικό στην ιστορία και μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στην Αγγλία. Ειδικεύεται στην ιστορία των μεσογειακών πολιτισμών, τόσο αρχαίων, όσο και σύγχρονων. Τα άρθρα και οι βιβλιοκριτικές του έχουν δημοσιευθεί στο Middle East International Magazine και τους Asia Times. Πρόσφατα δίδαξε ως Επισκέπτης Καθηγητής στο Oxbridge Learning Academy του Georgetown University, ένα μάθημα με τίτλο “Power and Politics”. Ο Άντριου Νόβο εμπνεύστηκε αυτό το βιβλίο για την άλωση της Κωνσταντινούπολης την εποχή που σπούδαζε κλασική ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον.























































Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

To Man Booker International 2015 στον Λάσλο Κρασναχορκάι


Ο Ούγγρος συγγραφέας Λάσλο Κρασναχορκάι τιμήθηκε χθες στο Λονδίνο με το λογοτεχνικό βραβείο Man Booker International Prize 2015, το οποίο απονέμεται σε έναν εν ζωή συγγραφέα για έργα του που έχουν γραφτεί στην αγγλική γλώσσα ή έχουν μεταφραστεί σε αυτήν. «Ελπίζω με αυτό το βραβείο να βρω νέους αναγνώστες στον αγγλόφωνο κόσμο», δήλωσε ο Ούγγρος συγγραφέας κατά την διάρκεια τελετής που πραγματοποιήθηκε στο Victoria & Albert Museum.

Αυτός ο Ούγγρος συγγραφέας έχει ήδη γίνει ένας σύγχρονος μύθος σε ένα κλειστό βιβλιόφιλο κοινό και στη χώρα μας.  Το μοναδικό του βιβλίο που κυκλοφορεί στα ελληνικά «Πολέμος και πόλεμος (μετ: Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Πόλις) είναι ένα σπάνιο δείγμα μεγάλου συγγραφέα.  Δεν είναι τυχαίο που τον παρομοιάζουν με τον Τόμας Μπέρχαρντ, τον Μπέκετ ή τον Γκόγκολ αν και ο ίδιος στην τελετή απονομής του βραβείου ανέφερε ως πηγές έμπνευσης του τον Κάφκα και τον Τζίμι Χέντριξ ενώ η Σούζαν Σόνταγκ τον έχει αποκαλέσει «μετρ της αποκαλύψεως». Και όχι τυχαία αν σκεφτούμε ότι το «Πόλεμος και πόλεμος» γράφτηκε το 1999 κι έχει ένα προφητικό, σκληρό, πολιτικό χαρακτήρα.

Η ιστορία του «Πόλεμος και πόλεμος» είναι απλή όσο και σύνθετη στα νοήματα της. Ένας υπάλληλος βιβλιοθήκης, ο Καρίμ, ανακαλύπτει ένα σπάνιο χειρόγραφο. Είναι η ιστορία τεσσάρων συντρόφων, που πολέμησαν μαζί σε έναν καταστροφικό πόλεμο  και αγωνίζονται να επιστρέψουν σπίτι και να ξεφύγουν από τον κόσμο της βίας. Ο Καρίμ, αποφασίζει να μεταδώσει το μήνυμα του χειρογράφου, πηγαίνοντας στη Ν. Υόρκη, που την αποκαλεί «κέντρο του κόσμου». Στο μυθιστόρημα του αφηγείται ιστορίες μέσα στην ιστορία, βάζει τους ήρωες του να ταξιδεύουν σε διαφορετικές εποχές και σε χώρες με διαφορετικές κουλτούρες και να έρχονται αντιμέτωποι με προαιώνια άλυτα θέματα όσο και με  την απτή καθημερινότητα. Οι τέσσερις «άγγελοι» του  θα περάσουν από τη Μινωική Κρήτη, λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, θα πάνε στην πρωσική Κολωνία του 1867 όταν ο άνθρωπος συνομιλεί με το θείο, μετά στην αναγεννησιακή Βενετία για να καταλήξουν στην αυτοκρατορική Ρώμη κι από εκεί στην Ισπανία και στη Βρετανία. Παντού δεν υπάρχει  τίποτα άλλο «παρά μόνο πόλεμος και πόλεμος παντού».

Ο Λάσλο Κρασναχορκάι γεννήθηκε το 1954 στην πόλη Gyula της Ουγγαρίας. Σπούδασε νομικά και φιλολογία στα Πανεπιστήμια του Ζέγκεντ και της Βουδαπέστης. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ούγγρους συγγραφείς, ο οποίος υπηρετεί πιστά μια λογοτεχνία φιλόδοξη και απαιτητική. Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία (ανάμεσά τους το βραβείο Kossuth, που αποτελεί την πιο σημαντική διάκριση της Ουγγαρίας, και το γερμανικό βραβείο Bestenliste-Prize). Το 2015 τιμήθηκε με το βραβείο The Man Booker International Prize. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γερμανικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα πολωνικά, τα τσέχικα, τα βουλγάρικα, τα εβραϊκά, τα ιαπωνικά και τώρα και στα ελληνικά. Δύο βιβλία του Λάσλο Κρασναχορκάι (“Το Τανγκό του Σατανά” και η “Μελαγχολία της Αντίστασης”) έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τον φίλο του σκηνοθέτη Μπέλα Ταρ, για τον οποίο έχει γράψει επίσης πρωτότυπα σενάρια.

Πηγή: http://www.oanagnostis.gr/to-man-booker-international-2015-ston-laslo-krasnachorkai/


Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Φέτος διαβάζουμε την Πόλη #4


Tην Πέμπτη 21 Μαΐου 2015 θα πραγματοποιηθεί η επόμενη συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης της Αγιορειτικής Εστίας. Η συνάντηση θα ξεκινήσει στις 7 το απόγευμα, στην ανθισμένη αυλή της Αγιορειτικής Εστίας και θα περιλαμβάνει: 
1. Συζήτηση για το βιβλίο του Ορχάν Παμούκ «Ινστανμπουλ. Πόλη και αναμνήσεις» το οποίο είχε ψηφιστεί κατά την τελευταία συνάντηση. 
2. Ορισμός και ψηφοφορία του νέου βιβλίου προς ανάγνωση (οι τρεις προτινόμενοι τίτλοι έχουν ως εξής: 1. Όταν έπεσε η Πόλη, Novo Andrew 2. Άγιοι και δαίμονες εις ταν Πόλιν, Γιάννης Καλπούζος και 3. Κωνσταντινούπολη, Εντμόντο ντε Αμίτσις). 
3. Προβολή πλούσιου φωτογραφικού υλικού για την Κωνσταντινούπολη από το αρχείο του κ. Χρήστου Τζίκα, ο οποίος θα μπει στο κόπο να μας το σχολιάσει (προκαταβολικές ευχαριστίες για τον κόπο του). 


Κατά τα λοιπά, θα πιούμε τον καφέ μας, το κρασί μας και όλα τα καθέκαστα που γευόμαστε κατά τις συναντήσεις μας. 
Να μην λείψει κανείς λοιπόν. Σας περιμένουμε όλους.


Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

Εκνευρίζοντας τον Παμούκ

Της Δέσποινας Τριβόλη

 

Ο Ορχάν Παμούκ είναι ναρκισσιστής και δεν το θεωρεί κακό πράγμα. Ο τούρκος νομπελίστας μιλάει για τους κινδύνους της πολιτικής, για τις εμμονές του έρωτα και για τον φόβο του τέλους

Ο Ορχάν Παμούκ εκνευρίζεται εύκολα. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας βρόντηξε δυνατά το φλιτζάνι του τσαγιού του στο τραπέζι και έφυγε από το δωμάτιο φωνάζοντας: «Η ζωή μου είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα από αυτό». Γύρισε δύο λεπτά μετά ήρεμος – υποκρίθηκε ότι είχε πάει απλώς στην κουζίνα για να γεμίσει την κούπα του με τσάι. Δεν θέλει να μιλήσει για πράγματα που τον ενοχλούν, είναι φανερό. Θέλει να μιλήσει κυρίως για αυτά για τα οποία έχουμε συνεννοηθεί: Το πρώτο βιβλίο του «Ο Τζεβντέτ Μπέη και οι γιοι του» κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ωκεανίδα πριν από λίγους μήνες, ενώ το πολυαναμενόμενο Μουσείο της Αθωότητας (εμπνευσμένο από το ομώνυμο βιβλίο του) θα ανοίξει τις πόρτες του στις 27 Απριλίου. Το διαμέρισμά του έχει εκπληκτική θέα στον Βόσπορο – μπροστά δεσπόζουν οι μιναρέδες του Τζαμιού του Τζιχάνγκιρ –, ενώ η βιβλιοθήκη του πιάνει όλους τους τοίχους του δωματίου από το ταβάνι ως το πάτωμα. Τα βιβλία του είναι κλεισμένα πίσω από τζάμια σαν εκθέματα σε μουσείο.
Γιατί εκνευρίστηκε; Γιατί απλώς είναι ο Παμούκ. Έχει πουλήσει εκατομμύρια βιβλία, έχει κερδίσει το Βραβείο Νομπέλ, έχει βρεθεί στο επίκεντρο μιας διεθνούς πολιτικής διαμάχης, έχει δεχθεί απειλές, έχει δικαστεί, έχει γίνει ένα κανονικό δημόσιο πρόσωπο. Είναι λογικό να προσέχει και την παραμικρή κουβέντα του. Αλλά πριν από το σκάνδαλο, έχουν σημασία κάποιες λεπτομέρειες από τη ζωή του.
Τολστόι και Γούντι Αλεν
Ο Παμούκ γεννήθηκε το 1952 στο μεγαλοαστικό Νισάντασι, όπου και μεγάλωσε, εκεί δηλαδή που εκτυλίσσεται το βιβλίο «Ο Τζεβντέτ Μπέη και οι γιοι του». Προοριζόταν για μηχανικός. «Ο παππούς μου, ο πατέρας μου και οι θείοι μου ήταν μηχανικοί και όλοι πήγαν στο ίδιο πανεπιστήμιο, το Πολυτεχνείο της Κωνσταντινούπολης. Αυτή ήταν η οικογενειακή παράδοση. Επειδή ήμουν καλλιτεχνική φύση, είπαν: “Ας τον αφήσουμε να γίνει αρχιτέκτονας” και έτσι γράφτηκα στη Σχολή Αρχιτεκτονικής. Το πνεύμα των μηχανικών, οι αξίες τους, όλα αυτά είναι πολύ συνηθισμένα στον Τρίτο Κόσμο» εξηγεί.
Δεν άντεξε πολύ. Σύντομα παράτησε τις σπουδές του και στα 22 του ξεκίνησε να γράφει το πρώτο του βιβλίο, μια επική σάγκα με πολλά στοιχεία αυτοβιογραφίας – ο χαρακτήρας του Τζεβντέτ Μπέη είναι βασισμένος στον παππού του – που καταγράφει έναν ολόκληρο αιώνα τουρκικής ιστορίας. Θυμάται ακόμη πώς έγραψε το βιβλίο: «Έμαθα ότι το να γράφεις ένα μυθιστόρημα σημαίνει να συλλέγεις τα απομνημονεύματά σου και να τα ανασυνθέτεις με μια βαθύτερη οπτική. Το βιβλίο «Ο Τζεβντέτ Μπέη και οι γιοι του» φτάνει τις 800 σελίδες. «Διάβασα ξανά το βιβλίο μου έπειτα από 34 χρόνια – τέλειωσα τη συγγραφή του το 1978. Μου αρέσει το πόσο φιλόδοξος ήμουν» λέει ο Παμούκ γελώντας. Εκνευρίζεται όταν του λέω ότι ένας από τους ήρωές του μοιάζει να έχει τη ραθυμία όλων των πλουσίων. «Ναι, αυτός ο ήρωας είναι πλούσιος, αλλά είναι πλούσιος με τρόπο σχεδόν τολστοϊκό – δεν του αρέσουν τα πλούτη του. Δεν ζει σε ένα αστείο του Γούντι Αλεν. Δεν ρωτάει διαρκώς: “από πού ερχόμαστε; πού πάμε; θα πάμε για ποτό απόψε;”. Ξέρει ότι τα πράγματα είναι πιο βαθιά στην πραγματικότητα».
«Δεν είμαι εξτρεμιστής»
Η πολιτική έχει παίξει ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή του Παμούκ. Παιδί της δεκαετίας του ’70 έζησε σε μια περίοδο έντονα ταραγμένη για την τουρκική σύγχρονη ιστορία. «Δεν ήμουν όπως οι περισσότεροι ριζοσπαστικοί αριστεροί μαρξιστές φίλοι μου που διάβαζαν βιβλία που άλλαξαν τη ζωή τους και μέσα σε δύο χρόνια κατέληξαν στη φυλακή όπου τους βασάνισαν. Εγώ ήμουν πιο προσεκτικός. Οι φίλοι μου μου έλεγαν: “Α, είσαι προσεκτικός, κάθεσαι σπίτι σου και διαβάζεις βιβλία”. Ήμουν ένας προσεκτικός αστός. Ήμουν πάντα φιλελεύθερος, όχι εξτρεμιστής».
Το διεθνές σκάνδαλο
Ο Παμούκ ήταν ήδη ο διασημότερος τούρκος συγγραφέας διεθνώς – χάρη σε βιβλία όπως «Με λένε Κόκκινο» και «Χιόνι» –
και με πάμπολλα βραβεία στο ενεργητικό του, όταν το 2005 ξέσπασε ένα σκάνδαλο γιγαντιαίων πολιτικών διαστάσεων με διεθνές αντίκτυπο για τον ίδιο, αλλά και τη χώρα του. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 είχε μιλήσει υπέρ της ελευθερίας του λόγου και είχε θίξει το θέμα των πολιτικών δικαιωμάτων των Κούρδων, το απόλυτο θέμα-ταμπού στην Τουρκία ακόμη και σήμερα. Το 2005, όμως, μια συνέντευξή του στην ελβετική εφημερίδα «Das Magazin» άλλαξε τη ζωή του με τρόπο που δεν φανταζόταν. Στη συνέντευξη αυτή φερόταν να δηλώνει: «Τριάντα χιλιάδες Κούρδοι και ένα εκατομμύριο Αρμένιοι έχουν σκοτωθεί. Και κανείς δεν τολμάει να το αναφέρει, οπότε θα το κάνω εγώ». Η δήλωση αυτή, μια δήλωση που ο Παμούκ υποστηρίζει πως είχε άμεση σχέση πολύ περισσότερο με την ελευθερία του λόγου παρά με την ίδια την πολιτική, προκάλεσε μεγάλες πολιτικές αντιδράσεις. Σε προσωπικό επίπεδο ο Παμούκ βρέθηκε στο εδώλιο του κατηγορουμένου πάνω από μία φορά για τις απόψεις του, ενώ δεν μπορούσε πλέον να κυκλοφορεί χωρίς σωματοφύλακα. Την ίδια ώρα οι εξτρεμιστές απειλούσαν πως θα κάψουν τα βιβλία του – το 2008 μάλιστα μαθεύτηκε ότι υπήρχε σχέδιο δολοφονίας του. Εξαιτίας της δήλωσής του άλλαξε η τουρκική νομοθεσία – έγινε πια παράνομο «να προσβάλλει κανείς την Τουρκική Δημοκρατία». Η υπόθεση προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή: μερικοί από τους διασημότερους συγγραφείς του κόσμου έσπευσαν στο πλευρό του – από τον Τζον Απνταϊκ ως τον Γκύντερ Γκρας και από τον Ουμπέρτο Εκο ως τον Κάρλος Φουέντες –, ενώ το ζήτημα επηρέασε έντονα και τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η έκρηξη του Παμούκ
Ο ίδιος τα θυμάται όλα αυτά. «Ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος, ζούσα με σωματοφύλακες και πίστευα ότι θα με εξόριζαν για πάντα. Είχα διάφορες δίκες όλα αυτά τα χρόνια» μου λέει κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Αρνείται πλέον να μιλήσει για την πολιτική, εξοργίζεται όταν τον ρωτάω αν περίμενε ότι μια συνέντευξη θα του άλλαζε τόσο πολύ τη ζωή. «Α, θέλετε να πάτε την κουβέντα προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν θέλω να εξηγήσω το τι συνέβη πέντε χρόνια πριν. Όλοι με ρωτάνε αν το περίμενα. Όχι, δεν το περίμενα! Θα απαντούσα σε αυτή την ερώτηση πέντε χρόνια πριν, αλλά σήμερα η ζωή μου είναι πιο ενδιαφέρουσα από αυτό». Φωνάζει δυνατά την ώρα που μου τα λέει αυτά, σηκώνεται όρθιος απότομα και εξαφανίζεται προς την κουζίνα. Αμηχανία. Χαίρομαι που είμαστε σπίτι του και δεν μπορεί να κοπανήσει την πόρτα και να φύγει. Όταν επιστρέφει, μου λέει ότι εκνευρίζεται γιατί κάθε φορά που μιλάει για την πολιτική δεν βλέπει τίποτα τυπωμένο για τα βιβλία του. Ότι τον κουράζει να τον βλέπουν ως πρεσβευτή της Τουρκίας («με ενοχλεί, με κάνει να χάνω τον αυθορμητισμό μου και την ειλικρίνειά μου, σκέφτομαι “τώρα αντιπροσωπεύω κάτι”»). Και στο τέλος επιμένει ότι δεν τον απασχολεί και τόσο η πολιτική. «Η πολιτική απασχολεί λιγότερο από το 2% της ζωής μου. Επειδή είχα πολιτικά προβλήματα, γιατί η κυβέρνηση ή ο οποιοσδήποτε μου επιτέθηκε, όλοι πιστεύουν ότι είμαι ένα πολύ πολιτικό άτομο, αλλά δεν είμαι». Και αυτό το λέει αποφασιστικά.
Έλληνες και Οθωμανοί
Η πολιτική όμως είναι με διάφορους τρόπους παρούσα στα βιβλία του. Το πρώτο του βιβλίο μπορεί να κάνει μεγάλη εντύπωση στους έλληνες αναγνώστες του γιατί δεν έχει καμία σχέση με τα μεταμοντέρνα, πολύπλοκα βιβλία για τα οποία έγινε διάσημος αργότερα. Το βιβλίο ξεκινάει με την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τελειώνει στα μέσα της δεκαετίας του ’70 – αν και το μεγαλύτερο κομμάτι του μυθιστορήματος μιλάει για τη δεκαετία του ’30, μία από τις σημαντικότερες εποχές της τουρκικής ιστορίας: είναι η εποχή που ο Κεμάλ Ατατούρκ ιδρύει τη νέα Τουρκική Δημοκρατία. «Ο Τζεβντέτ Μπέη θέλει να είναι κάτι αντικρουόμενο για την εποχή: και μουσουλμάνος και αστός» εξηγεί ο Παμούκ. «Ενας βασικός παράγοντας για την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ότι η αστική τάξη δεν ήταν μουσουλμάνοι, αλλά Ελληνες, Εβραίοι, Αρμένιοι ή άλλες μη μουσουλμανικές εθνικότητες. Υπό αυτή την έννοια, ο εθνικισμός κόστισε στην Τουρκία την απώλεια της αστικής τάξης της. Το βιβλίο μου καταγράφει την εφεύρεση μιας μουσουλμανικής αστικής τάξης και την εξάρτηση από τον στρατό, έναν στρατό που με έναν τρόπο εφυήρε το έθνος. Ογδόντα χρόνια μετά, όλο αυτό είναι πια σε παρακμή. Εκείνη την εποχή ήμουν ντροπαλός και ανώριμος, αλλά έγραφα για τα πολιτικά προβλήματα: ακόμη μιλάμε για στρατιωτικά πραξικοπήματα, τον ρόλο του στρατού στην Τουρκία, τις κουρδικές εξεγέρσεις».
«Συστήνω σε όλους να κερδίσουν το Νομπέλ»
Η προσοχή που έπεσε πάνω στον Παμούκ όμως μετά την πολιτική διαμάχη του δεν του έκανε μόνο κακό. Το 2006 κέρδισε το βραβείο Νομπέλ, κάτι που πολλοί ισχυρίστηκαν ότι έγινε με πολιτικά κίνητρα. Μετά τα συμβάντα της προηγούμενης χρονιάς η πίεση που του ασκήθηκε ήταν ανελέητη. «Όλοι ασχολούνται μαζί σου, αποκτάς σωματοφύλακα, όλοι σε κοιτάνε υπερβολικά, πρέπει το σακάκι σου να είναι σιδερωμένο. Aλλά φυσικά η θετική πλευρά είναι πολύ πιο δυνατή από αυτή την επιπόλαιη αρνητική πλευρά. Δεν μπορώ να γκρινιάζω επειδή κέρδισα το Νομπέλ. Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους» μου λέει και γελάει δυνατά και λίγο αμήχανα.
Όσα κάνεις για έναν έρωτα
Το 1998 ο Παμούκ είχε μια ιδέα που ξεπερνούσε τα στενά όρια της λογοτεχνίας. «Η ιδέα μου ήταν να τοποθετήσω μια φανταστική ιστορία σε ένα πραγματικό σπίτι και να κάνω το σπίτι μουσείο. Το σπίτι το αγόρασα το 1998 στο Τσουκούρτζουμα, μια γειτονιά που τότε ήταν πολύ φθηνή και σκέφτηκα ότι εδώ θα εκτυλίσσεται η πλοκή του βιβλίου μου και ότι θα αρχίσω να μαζεύω αντικείμενα της ιστορίας: φλιτζάνια του τσαγιού, ρούχα, τοπία, φωτογραφίες, τραπέζια, οτιδήποτε αντιπροσωπεύει μια κουλτούρα, ένα περιβάλλον, μια χρονική περίοδο. Αν αποφάσιζα ότι ο χαρακτήρας μου, ο Κεμάλ, θα αγόραζε ένα δώρο για την αγαπημένη του, τη Φισούν, πρώτα θα αγόραζα αυτό το αντικείμενο και μετά θα έγραφα για αυτό». Το «Μουσείο της Αθωότητας» – ένα από τα μεγαλύτερα μπεστ σέλερ του και ένα από τα ωραιότερα βιβλία του – κυκλοφόρησε το 2007. Το πραγματικό Μουσείο της Αθωότητας ανοίγει τη προσεχή Παρασκευή. Το βιβλίο καταγράφει την αγάπη του πλούσιου Κεμάλ για την κοινωνικά κατώτερή του Φισούν. Επειδή ο Κεμάλ δεν μπορεί να αποκτήσει τη γυναίκα των ονείρων του, αρχίζει να μαζεύει αντικείμενα που ορίζουν τη σχέση τους με φετιχιστικό ζήλο: τα σκουλαρίκια της, τα εισιτήριά της, η αλατιέρα και τα μπιμπελό του σπιτιού της καταλήγουν σε ένα ιδιόρρυθμο μαυσωλείο αντικειμένων. «Η ιδέα του Μουσείου της Αθωότητας ήταν να μιλήσω για μια κουλτούρα μέσα από τα αντικείμενά της» εξηγεί.
4.213 γόπες με κραγιόν
Μία από τις απαιτήσεις του Παμούκ πριν από τη συνέντευξη ήταν να πάω να δω το Μουσείο της Αθωότητας. Τα διεθνή μέσα περιμένουν χρόνια τώρα τα εγκαίνια του μουσείου. Το κτίριο είναι βαμμένο μπορντό και κρυμμένο σε μια γειτονιά που έχει αλλάξει ριζικά από τότε που αγόρασε ο Παμούκ το σπίτι – όπως έχει εξάλλου αλλάξει κι όλη η Κωνσταντινούπολη, που ζει ένα πρωτόγνωρο οικονομικό θαύμα. Το περίγραμμα της Πόλης έχει γεμίσει ουρανοξύστες, ενώ η φωτογραφία του Κεμάλ, που δέκα χρόνια πριν βρισκόταν σχεδόν παντού, έχει αρχίσει να εκλείπει. Η πρώην φτωχική γειτονιά του Τσουκούρτζουμα, που παραδοσιακά ήταν γεμάτη αντίκες και εργαστήρια επίπλων, έχει γεμίσει με στούντιο καλλιτεχνών, hipsters, δυτικά καφέ και μικρές μπουτίκ με vintage ρούχα. Ο Παμούκ έχει επιμεληθεί το μουσείο και τα αντικείμενά του με σχεδόν ανατριχιαστική προσοχή στη λεπτομέρεια. Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου αντιστοιχεί και σε μια ξύλινη αριθμημένη προθήκη γεμάτη αντικείμενα. Η πιο εντυπωσιακή από όλες αντιστοιχεί στο Κεφάλαιο 68: είναι μια προθήκη με 4.213 γόπες τσιγάρων, όσα έχει καπνίσει η ηρωίδα του βιβλίου. Πολλές από τις γόπες έχουν αποτυπώματα από κόκκινο κραγιόν. Κάτω από κάθε γόπα ο Παμούκ έχει σημειώσει με μια αξιοθαύμαστη εμμονή πού ακριβώς είχε καπνίσει η ηρωίδα το συγκεκριμένο τσιγάρο. Ο Παμούκ μού δείχνει όλο περηφάνια τον κατάλογο του μουσείου που θα λέγεται «Η αθωότητα των αντικειμένων». Στην Αμερική θα δημοσιευθεί από τον εκδοτικό οίκο Abrams, έναν από τους μεγαλύτερους στην κατηγορία της τέχνης.
Ο Χίτσκοκ και η ματαιοδοξία του συγγραφέα
Στο βιβλίο «Το Μουσείο της Αθωότητας», όπως και στο «Χιόνι», ο Παμούκ είναι ένας από τους ήρωες του βιβλίου. Εμφανίζεται στην αρχή και μετά διηγείται το τέλος της ιστορίας. «Είναι μια χιτσκοκική κίνηση, μου αρέσει, αλλά δεν το θεωρώ ιδιαίτερα σπουδαίο» διευκρινίζει. Τον ρωτάω αν υπάρχει κάτι ματαιόδοξο σε όλο αυτό. «Πιθανόν, αλλά το να γράφεις ένα βιβλίο 600 σελίδων περιέχει επίσης αρκετή ματαιοδοξία, οπότε...». Ο Παμούκ δεν αρνείται ότι υπάρχει κάτι ναρκισσιστικό στην τέχνη της συγγραφής. «Προφανώς, για να γίνεις συγγραφέας, πρέπει να πιστεύεις στη σοβαρότητά σου. Ίσως και στην τέχνη της αυτοβιογραφίας να υπάρχει ναρκισσισμός. Αλλά και πάλι εγώ έκανα την αυτοβιογραφία μου (σ.σ.: το βιβλίο «Ιστανμπούλ, Πόλη και αναμνήσεις») πορτρέτο μιας πόλης αντί να γράψω μόνο για μένα. Νομίζω ότι το να είσαι ναρκισσιστής δεν είναι και τόσο κακό. Εξάλλου ως συγγραφέας πρέπει να επιβάλλεις τη δική σου άποψη και ματιά για τον κόσμο και να τη συνδυάζεις με την πραγματικότητα» λέει. Το μόνο άγχος του Παμούκ για το μέλλον είναι ότι δεν θα προλάβει να γράψει όλα τα βιβλία που έχει σχεδιάσει. Ο κατάλογος του Μουσείου της Αθωότητας ήταν το 15ο βιβλίο του. «Εχω έτοιμες πλοκές για οκτώ ακόμη βιβλία. Έτσι λειτουργώ. Πρώτα σκέφτομαι και μετά γράφω όλο και περισσότερες σημειώσεις. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω».
«Όταν έπαιζα μικρός με τα παιχνίδια μου»
Στα 60 του χρόνια ο Παμούκ έχει την αίσθηση ότι του τελειώνει ο χρόνος. «Όλα αυτά τα βιβλία που ετοιμάζω για όλα τα υπόλοιπα χρόνια θέλω να τα γράψω. Ο χρόνος είναι όλο και πιο πολύτιμος. Να απολαύσω τη ζωή μου κοιτώντας έξω από αυτό το παράθυρο, να πάω στην παραλία ή να δουλεύω συνέχεια; Ειλικρινά με βασανίζει αυτό το ερώτημα κάθε στιγμή. Μονίμως ρωτάω τον εαυτό μου γιατί δουλεύω τόσο σκληρά. Προφανώς επειδή μου αρέσει! Ακόμη δεν έχω χάσει τη χαρά τού να γράφω ένα μυθιστόρημα – είναι η ίδια αίσθηση που είχα όταν έπαιζα μικρός με τα παιχνίδια μου. Είναι η ζωή για την ευτυχία; Την απόλαυση της στιγμής; Το να παρηγορείς τον εαυτό σου ότι κάνεις κάτι με νόημα; Αυτές είναι οι ερωτήσεις που ρωτάω ξανά και ξανά. Πάντα με απασχολούν οι ερωτήσεις – Πώς να χρησιμοποιήσεις τον χρόνο σου; Πώς φθάσαμε εδώ; Πού πάμε; Και φυσικά πού θα πάμε απόψε;». Γελάει δυνατά.

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε  στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 27/4/2012




Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Διαβάζοντας την Κωνσταντινούπολη #3

Στον φιλόξενο χώρο της Βιβλιοθήκης της Αγιορειτικής Εστίας πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015 η προγραμματισμένη συνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης της Αγιορειτικής Εστίας.

Το βιβλίο που είχε επιλεγεί προς ανάγνωση ήταν το έργο του Τούρκου συγγραφέα Αχμέτ Ουμίτ με τίτλο «Μνήμες της Κωνσταντινούπολης». Με το σχολιασμό του εν λόγω βιβλίου λοιπόν ξεκίνησε η συνάντηση και η ποικιλία των απόψεων των μελών είχε μεγάλο ενδιαφέρον.
Οι περισσότεροι εκ των παρευρισκομένων συμφώνησαν στο γεγονός ότι ο Αχμέτ Ουμίτ καταφέρνει μέσα από το κείμενο του να δημιουργήσει μία όμορφη ταξιδιωτική περιήγηση στην ιστορική Κωνσταντινούπολη η οποία σε συνδυασμό με την αστυνομική πλοκή (7 φόνοι σε 7 ιστορικά σημεία της Πόλης), αφήνει εν κατακλείδι στον αναγνώστη μια αίσθηση ικανοποίησης από την ανάγνωση του πολυσέλιδου έργου, αν και κάποιες φορές γίνεται αρκούντος κουραστικό. Ωστόσο η περιήγηση στις γειτονίες της παλιάς ιστορικής Πόλης, η ομορφιά των μνημείων της, οι γειτονιές που περιγράφει ο τούρκος συγγραφέας σε ανταμείβουν σε μεγάλο βαθμό. 

Η συζήτηση επίσης εστιάστηκε και στο γεγονός της αναφοράς των «Ρωμιών» της Πόλης και εντάθηκε όταν προσπαθήσαμε να αναλύσουμε την προέλευση της εν λόγω λέξης καθώς και την χρήση της ανά τους αιώνες. Πολύ εποικοδομητική η συζήτηση και όταν τα πνεύματα έκαναν να κινήσουν για άλλα επίπεδα, τότε επιστρέψαμε στην ασφάλεια των σελίδων του βιβλίου.  
Κατόπιν επιλέξαμε (πάντα μέσα από τη διαδικασία της ψηφοφορίας) το επόμενο βιβλίο προς ανάγνωση, το οποίο είναι το έργο του Τούρκου Νομπελίστα Ορχάν Παμούκ με τίτλο «Ιστανμπούλ. Πόλη και αναμνήσεις». Παρακάτω ακολουθεί μία μικρή περίληψη του βιβλίου.
Τέλος, ασχοληθήκαμε με το επικείμενο ταξίδι στην Πόλη που προγραμματίζετε για όλα τα μέλη της Λέσχης Ανάγνωσης. Οι σκέψεις και οι προτάσεις ήταν πολλές και προς το παρόν μείναμε στην πρώτη επιλογή της ημερομηνίας διεξαγωγής του, η οποία είναι από τις 23 έως τις 26 Απριλίου 2015. Περισσότερες λεπτομέρειες για το ταξίδι θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα.

Νηστίσιμα χειροποίητα γλυκά είχαν τη τιμητική τους και κατά την συνάντηση αυτή, ενώ λίγο πριν τη λήξη, γευτήκαμε το περίφημο σέρβικο ποτό «Σλιβόβιτσα», που άφησε πολύ καλές εντυπώσεις.
Η επόμενη συνάντηση θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 2 Απριλίου 2015.
Ήταν μια βραδιά που εκτός από βιβλία ήταν γεμάτη από ταξιδιάρικη διάθεση!!!

Λίγα λόγια για το βιβλίο:


«Ιστανμπούλ. Πόλη και αναμνήσεις»

Παμούκ Ορχάν

Μετάφραση: Βρετού Στέλλα 
Εκδόσεις: Ωκεανίδα
Σελίδες: 596 

«Η μοίρα της Ιστανμπούλ είναι και δική μου μοίρα, είμαι αφοσιωμένος στην πόλη επειδή σε αυτήν οφείλω αυτό που είμαι», εξομολογείται ο Ορχάν Παμούκ σ' αυτό το γοητευτικό βιβλίο που διαβάζεται σαν δοκίμιο, προσωπικό ημερολόγιο, ιστορία, οδηγός πόλης και μυθιστόρημα μαζί. Ο σημαντικότερος σύγχρονος Τούρκος συγγραφέας μάς παρασέρνει σ' ένα συναισθηματικό ταξίδι στην πόλη όπου ζει εδώ και πενήντα χρόνια και μέσα από τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας συνθέτει το προσωπικό του πορτρέτο της Κωνσταντινούπολης. 
Μέσα από τα μάτια του ανακαλύπτουμε τα σοκάκια της Πόλης, τις λιθόστρωτες λεωφόρους της, τα ξύλινα αρχοντικά της, το τέλος ενός πολιτισμού αλλά και τη γέννηση ενός καινούργιου. Παρακολουθούμε τη ζωή του συγγραφέα και τη διαμόρφωση του ψυχικού του κόσμου από τη στιγμή που αισθάνθηκε τον εαυτό του. 

«Αυτές οι φωτογραφίες με κάνουν να νιώθω σαν μεθυσμένος από τις αναμνήσεις», λέει ο Παμούκ για τις εικόνες του βιβλίου, πολλές από τις οποίες προέρχονται από το οικογενειακό του αρχείο είτε τις έχει τραβήξει ο ίδιος (όπως στο κεφάλαιο 28, στις σελίδες 431-436, καθώς και στο οπισθόφυλλο). Επιπλέον, η Ιστανμπούλ εικονογραφείται με πλήθος καρτποστάλ, σχέδια, γκραβούρες και πίνακες.