Η μελετήτριά του
Γεωργία Φαρίνου εξηγεί, λίγο πριν την πρεμιέρα της όπερας «Φόνισσα» από την
Εθνική Λυρική Σκηνή
Από τον Χρήστο
Παρίδη
Λίγο πριν την
πρεμιέρα της όπερας «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη από την Εθνική Λυρική
Σκηνή μιλήσαμε με την καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γεωργία Φαρίνου – Μαλαματάρη για το βιβλίο της «Το
σχοίνισμα της γραφής - Παπαδιαμαντ(ολογ)ικές μελέτες» για τη σημασία του
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και τις μελέτες της ετών που συγκέντρωσε σ' αυτήν την
έκδοση.
Ένα δοκιμιακό βιβλίο το οποίο συγκεντρώνει εργασίες για τον
Παπαδιαμάντη δεν αφορούν αποκλειστικά την ακαδημαϊκή κοινότητα ή θεωρείτε ότι
αποτελεί μια προσπάθεια εκλαϊκευμένης δοκιμιογραφίας για ένα ευρύτερο κοινό;
Οι εργασίες
πρωτοπαρουσιάστηκαν σε διάφορες εκδηλώσεις, μερικές ακαδημαϊκές, άλλες σε
ευρύτερα ακροατήρια όπως του Ιδρύματος Ωνάση και στη Στοά Βιβλίου. Στη γραπτή,
επεξεργασμένη τους μορφή απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό. Χωρίς να είναι
εκλαϊκευτικές, πάντως, νομίζω πως μπορούν άνετα να διαβαστούν από έναν
στοιχειωδώς πεπαιδευμένο άνθρωπο.
Θα λέγατε ότι ο Παπαδιαμάντης έχει κατακτήσει την απόλυτη
αναγνώριση στην ελληνική γραμματεία ή υπάρχουν αχαρτογράφητες και αφώτιστες
πλευρές που ένα βιβλίο σαν το δικό σας βοηθάει στην πλήρη αποδοχή της σημασίας
του;
Η ερώτηση σας έχει
δύο σκέλη. Το πρώτο είναι αν ο Παπαδιαμάντης είναι αναγνωρισμένος συγγραφέας
του Νεοελληνικού λογοτεχνικού κανόνα. Και η απάντηση είναι αναμφίβολα ναι.
Νομίζω μάλιστα ότι ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου που είναι αφιερωμένο στην
πρόσληψη του Παπαδιαμάντη από την εποχή του έως τις μέρες μας δείχνει αυτό το
παράδοξο. Ότι ο άνθρωπος που δεν είχε κατορθώσει να εκδώσει ένα βιβλίο όσο
ζούσε, ήταν από την αρχή αντικείμενο κριτικού ενδιαφέροντος και τιμών. Και ότι
δεν σταμάτησε ποτέ να διαβάζεται. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος θα έλεγα ότι
μερικώς αχαρτογράφητη περιοχή είναι ακόμη το μεταφραστικό του έργο στις
εφημερίδες καθώς και το ζήτημα της γενικότερης παρουσίας του στον τύπο. Ο
μεταφραστής Παπαδιαμάντης και γενικότερα ο Παπαδιαμάντης των εφημερίδων, με
όλες τις ιδιότητες, είναι ένα ενδιαφέρον ζητούμενο, στο πλαίσιο μάλιστα του
έντονου ερευνητικού ενδιαφέροντος για τις σχέσεις λογοτεχνίας και τύπου που παρατηρείται
στις μέρες μας διεθνώς.
Οπότε η εκδοτική σας πρόταση μπορεί να αποτελέσει την
αφετηρία για περισσότερη εμβάθυνση στο έργο του Παπαδιαμάντη και της εποχής
του;
Για εμβάθυνση δεν
ξέρω! Απλώς το Σχοίνισμα της γραφής δείχνει τη δική μου εξελισσόμενη σχέση με
τον Παπαδιαμάντη μετά την αφηγηματολογία. Θίγονται ζητήματα πρόσληψης, ειδών,
μεταφραστικά, πολισμικά, δια-καλλιτεχνικά. Ίσως κάποια από αυτές τις
προσεγγίσεις αποτελέσει ερέθισμα για τον αναγνώστη να δει τον Παπαδιαμάντη από
μια άλλη γωνία. Η ερμηνεία άλλωστε είναι μια διαρκής διαδικασία.
Γεωργία Φαρίνου – Μαλαματάρη |
Πόσο γνωστό είναι το έργο του στην ευρωπαϊκή βιβλιογραφία;
Επιτρέψτε μου να
ξεκινήσω με τη γενικότερη παρατήρηση ότι εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων που
αναφέρονται κυρίως στην ποίηση, η νεοελληνική λογοτεχνία δεν είναι γνωστή στο
εξωτερικό. Και δεν εννοώ μόνον τις λιγοστές μεταφράσεις της. Εννοώ ότι είναι
άγνωστη η λογοτεχνική δραστηριότητα, ιδίως παλαιοτέρων εποχών. Για να
περιοριστώ σε ένα ενδεικτικό παράδειγμα, στη βιβλιογραφία για τις μεταφράσεις
του Τσβάιχ στον κόσμο η Ελλάδα εκπροσωπείται με τρεις τίτλους -και αυτούς με
λάθη-, ενώ έχουμε περί τις 45 μεταφράσεις. Ίσως το διαδίκτυο βελτιώσει αυτή την
κατάσταση. Ο Παπαδιαμάντης έχει μεταφραστεί, μπορεί να δει κανείς τον κατάλογο
μεταφράσεων στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά που έχει καταρτίσει ο Φ. Α.
Δημητρακόπουλος. Στο Γ' Διεθνές Συνέδριο Παπαδιαμάντη το 2011 ακούστηκαν αρκετά
και για τις δυσκολίες στη μετάφρασή του σε ξένες γλώσσες και για την
προβληματική ποιότητα ορισμένων μεταφράσεων. Ιδιαίτερα πρέπει να εξαρθεί η
προσπάθεια της Denise Harvey που εγκατεστημένη στη Λίμνη Ευβοίας έχει μέχρι
στιγμής εκδώσει τη μετάφραση της «Φόνισσας» και τον πρώτο τόμο μιας δίτομης
Επιλογής διηγημάτων με τον τίτλο «The Bounded Garden». Φέτος το καλοκαίρι
εξάλλου κυκλοφόρησε από τον ίδιο εκδοτικό οίκο και το «Ολόγυρα στη Λίμνη/Around
the Lagoon» σε μια προσεγμένη δίγλωσση έκδοση με εισαγωγή και μετάφραση Πήτερ
Μάκριτζ.
Ποια θεωρείτε ότι αποτελούν τα στοιχεία εκείνα του
Παπαδιαμάντη που μπορούν να προσελκύσουν τον σύγχρονο αναγνώστη και μάλιστα
νεαρής ηλικίας σήμερα; Ο γλωσσικός πλούτος του έργου του, η ειρωνεία που
χαρακτηρίζει το ύφος του ή τα ψυχογραφήματα των ηρώων και ηρωίδων του;
Αν θεωρήσουμε ότι ο
Παπαδιαμάντης είναι μεγάλος συγγραφέας – κι εγώ θεωρώ ότι έχει γράψει αρκετά
αριστοτεχνικά διηγήματα- τότε η εμβέλειά του δεν περιορίζεται σε μια εποχή.
Ούτε είναι πρωτοβάθμιος ώστε να εντάσσεται σε ετικέτες του τύπου «Θρησκευτική
και Οικογενειακή ζωή», όπως είχε γίνει παλαιότερα με τα «Νεοελληνικά
Αναγνώσματα» ή σε καινούριου τύπου ετικέτες, όπως φοβάμαι ότι συμβαίνει σήμερα.
Η Σκιάθος και η μικροαστική Αθήνα του Παπαδιαμάντη στις οποίες διαδραματίζονται
τα διηγήματά του δεν περιορίζονται στην ειδυλλιακή ή νατουραλιστική φωτογράφηση
του 19ου, αλλά είναι χώροι όπου θίγονται ζητήματα που μας αφορούν όλους. Ας
αναφέρω μερικά όπως το περίπου ανέφικτο της επιλογής της χριστιανικής τελειότητας,
να προτιμά κανείς άλλον από τον εαυτόν του, απέναντι στο ατομικό συμφέρονστους
«Ελαφροϊσκιωτους», το πάθος από το οποίο δεν θέλει κανείς να απαλλαγεί, ακόμη
και όταν γνωρίζει ότι καταστρέφεται στους«Έμπορους των Εθνών» και τη
«Φαρμακολύτρια», η εξαχρείωση της μικρής κοινωνίας του χωριού και της πόλης από
τον κομματισμό στους «Χαλασοχώρηδες» και το «Χωρίς στεφάνι», η
εμπορευματοποίηση της θρησκείας και μάλιστα για την ικανοποίηση στοιχειωδών
ανθρώπινων επιθυμιώνστο «Τ' αστεράκι» και στο «Οι παραπονεμένες». Επίσης να
προσθέσουμε την παλίμψηστη δομή της Αθήνας γύρω από το Μοναστηράκι σε μια εποχή
που επιζητείτο η απευθείας σύνδεση με τον αρχαίο πολιτισμό χωρίς ενδιάμεσα στον
«Ξεπεσμένο Δερβίση» και στο «Αι Αθήναι ως ανατολική πόλις» και το βλέμμα προς
τη γυναίκα, τον νόθο, τον ξένο που απογυμνώνει και αντικειμενικοποιεί στο
«Χωρίς Στεφάνι», τη «Φωνή του δράκου» και την «Έρμη στα ξένα». Και όλα αυτά σε
έναν εξαίσιο και αναγνωρίσιμο προσωπικό ρυθμό, «εν ανθηρώ Έλληνι λόγω», όπου
συνυπάρχουν αρμονικά όλες οι φάσεις της ελληνικής μαζί με τα σπασμένα ελληνικά
και τις φωνές από άλλες γλώσσες.
Σε λίγες ημέρες ανεβαίνει από την Εθνική Λυρική Σκηνή η πρώτη
όπερα βασισμένη σε έργο του Παπαδιαμάντη, τη «Φόνισσα» σε μουσική του Γιώργου
Κουμεντάκη. Πώς θα σχολιάζατε αυτήν την επιλογή;
Νομίζω ότι η επιλογή
επαληθεύει τα όσα υποστήριξα. Γιατί, όταν η ΕΛΣ αποφασίζει να ανεβάσει μετά από
πολύ καιρό μια ελληνική όπερα επιλέγει τη «Φόνισσα»; Πρώτον, διότι είναι ένα
έργο καθιερωμένο, γνωστό στο ευρύτερο κοινό για το θέμα του αλλά αξιοθαύμαστο
και για τον τρόπο και την ποιότητα της γραφής του. Και δεύτερον, διότι ενώ
αναφέρεται σε προβλήματα της εποχής του όπως η προίκα και η θέση της γυναίκας,
δεν εγκλείεται στην εποχή του αλλά αποκαλύπτει την πληρότητά του στον «μεγάλο
χρόνο», όπως θα έλεγε ο Μπαχτίν. Επειδή δηλαδή είναι μεγάλο έργο έχει μέσα του
νοήματα σε λανθάνουσα έστω μορφή τα οποία αποκαλύπτονται στα συμφραζόμενα κάθε
εποχής, εν προκειμένω της δικής μας. Απομόνωσα δυο τρία που είδα να θίγει στις
συνεντεύξεις του ο συνθέτης Γιώργος Κουμεντάκης. Είναι δυνατόν να υποκαταστήσει
κάποιος τον θεό; Είναι ηθικό να σκοτώνεις για να «σώσεις» τον κόσμο; Είναι
δυνατόν να σώσεις τον κόσμο χωρίς αγάπη;
Το βιβλίο
της Γεωργίας Φαρίνου Μαλαματάρη «Το σχοίνισμα της γραφής - Παπαδιαμαντ(ολογ)ικές
μελέτες» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
Πηγή: http://www.lifo.gr/team/book/52929
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου